συστοιχεία

συστοιχεία
ἡ, Α
βλ. συστοιχία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • συστοιχία — η, ΝΜΑ, και συστοιχεία Α [σύστοιχος] η ιδιότητα τού σύστοιχου, το να είναι κάτι σύστοιχο προς κάτι άλλο νεοελλ. 1. σειρά ομοειδών πραγμάτων τοποθετημένων παράλληλα ή κατά ζεύγη («συστοιχία πυροβόλων») 2. γραμμ. το να προέρχεται κάτι από την ίδια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”